μαζώνομαι

μαζώνομαι
μαζώνομαι, μαζώχτηκα, μαζωμένος βλ. πίν. 30
——————
Σημειώσεις:
μαζώνω, μαζώνομαι : περίπου συνώνυμο του μαζεύω, απαντάται όμως σπανιότερα στην κοινή νεοελληνική.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μαζώνω — μαζώνω, μάζωξα βλ. πίν. 29 Σημειώσεις: μαζώνω, μαζώνομαι : περίπου συνώνυμο του μαζεύω, απαντάται όμως σπανιότερα στην κοινή νεοελληνική …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”